Ιστορία ενός τζογαδόρου
Με λένε Θανάση και είμαι τζογαδόρος σε ανάρρωση. Την πρώτη μου φορά δοκίμασα να παίξω για το χαβαλέ, για το παιχνίδι που λένε. Κέρδισα κάποια χρήματα διασκεδάζοντας και χωρίς μεγάλο κόπο. Ήταν λίγο μετά, αφού είχα τελειώσει το σχολείο. Δεν με χαλούσε να βγάζω λεφτά εύκολα και γρήγορα. Το μικρόβιο είχε γαντζωθεί μέσα μου.
Στην αρχή είτε κερδίσεις είτε όχι δεν πειράζει. Δικαιολογείσαι από τους παλιότερους, δικαιολογείς και τον εαυτό σου, λέγοντας ότι δεν ξέρεις το παιχνίδι. Όταν γύριζα το παιχνίδι όμως ήταν σκέτη γλύκα. Πίστευα ότι είχα γίνει πολύ καλός, ότι ήμουν ανίκητος. Έβγαζα λεφτά, έκανα και το κέφι μου. Η ντάμα της τράπουλας έγινε η καλύτερη μου φίλη και ο βαλές νόμιζα πως ήμουν εγώ.
Πήρα το βάπτισμα του πυρός στο καζίνο στη Γευγελή. Πέρασα τα σύνορα και ένας άλλος κόσμος πέρασε από μπροστά μου. Οι ναοί του τζόγου μπήκαν στη ζωή μου. Στο Πόρτο Καράς και μετά ακόμα πιο κοντά. Πρώτα άνοιγα την πόρτα του καζίνο και μετά του σπιτιού μου. Έφτασα να παίζω καθημερινά για 4 με 5 ώρες. Αν δεν είχα τη δουλειά μου για να βρίσκω χρήματα θα έμενα νύχτα – μέρα. Δεν με κρατούσε τίποτα.
Έφαγα τα δικά μου λεφτά και της οικογένειας μου. Έχασα και χρήματα της δουλειάς μου. Δανειζόμουν από παντού. Παρακαλούσα από ανθρώπους που κανονικά θα ζητούσαν από μένα. Δεν με ένοιαζε που θα τα έβρισκα. Αρκεί να είχα για να παίζω.
Πέρασαν έτσι 10 ολόκληρα χρόνια. Μέσα σ’ αυτά στερήθηκα την οικογένεια μου και τον εαυτό μου. Ζούσα στην παρακμή. Έπαιζα συνεχώς. Δεν παραδεχόμουν την αρρώστια μου. Νόμιζα ότι εγώ έβαζα τα όρια και όχι η πράσινη τσόχα.
Τελικά έπιασα πάτο. Θα καταστρεφόμουν ολοκληρωτικά ή θα έβρισκα μια λύση. Είχε φτάσει η στιγμή της απόφασης. Από γνωστούς και φίλους έμαθα για την Όασις. Ήρθα μια μέρα και γνώρισα ανθρώπους που είχαν δώσει λύση στο πρόβλημα τους. Σκέφτηκα, γιατί αυτοί και όχι εγώ; Ξεκίνησα να πηγαίνω στις ομάδες για να μάθω πως γλιτώσανε. Αυτό ήταν.
Έχω κλείσει πάνω από έναν χρόνο καθαρός. Δεν έχω πιάσει στα χέρια μου ούτε λαχείο. Τις πρώτες μέρες ήθελα να παίξω για να ρεφάρω και να καθαρίσω τα χρέη μου. Δεν έπεσα ξανά στην παγίδα του εύκολου χρήματος. Τα χρέη μου βέβαια δεν εξαφανίστηκαν δια μαγείας. Κάθε μήνα δίνω ό,τι μπορώ, αλλά μόνο με τη δουλειά μου και τις δικές μου δυνάμεις. Ξαναβρήκα την οικογένεια μου. Τους νιώθω πιο κοντά μου από ποτέ.
Απολαμβάνω τη χαμένη ελευθερία μου. Δεν κρύβομαι από κανέναν και δεν χρειάζεται να λέω ψέματα.
Βρίσκομαι σε μια καθημερινή ανάρρωση. Ξέρω ότι δεν έχω τελειώσει με τον τζόγο. Κάθε μέρα είναι και μια νίκη. Βλέπω τώρα ότι ο τζόγος στην αρχή είναι γλυκός. Μετά σε ταλαιπωρεί με νίκες και ήττες και τέλος σου δίνει την ψευδαίσθηση ότι θα ρεφάρεις και θα ξεχρεώσεις. Κατάλαβα την ψευδαίσθηση της ρέφας.
Όταν βλέπω έναν τζογαδόρο στην Όασις, προσπαθώ να τον κάνω να δει αυτό που βλέπω εγώ. Θυμάμαι το παρελθόν μου. Τα ψέματα, την απελπισία και την απαξίωση.
Νομίζω ότι αν δει πόσο καθαρός είμαι θα τον βοηθήσω. Είμαι εκεί!