Άρθρα

- ΟΑΣΙΣ ΚΕΝΤΡΟ ΑΠΕΞΑΡΤΗΣΗΣ

ΑΠΛΑ ΝΙΩΘΩ ΤΥΧΕΡΗ

Η ζωή μου όσο έπινα ναρκωτικά ήταν μία κόλαση. Τα γνώρισα μικρή όταν ακόμα πίστευα ότι το να πίνω θα με έκανε διαφορετική από τα άλλα παιδιά που τα θεωρούσα ξενέρωτα και βαρετά. Τι περίεργο… Ήμουν και αθλήτρια του στίβου. Το όνειρό μου ήταν να περάσω στη Γυμναστική Ακαδημία και να διαπρέψω στον χώρο. Όμως κάπου εκεί κοντά όταν τέλειωνα το Λύκειο, γνώρισα παιδιά που ήταν ελεύθερα από τους γονείς τους και τους περιορισμούς που τους έβαζαν, σε αντίθεση με μένα που έπρεπε να είμαι στρατιωτάκι. Αυτό πίστευα όταν μου έλεγαν ότι πρέπει να διαβάζω και να γυρνάω στο σπίτι νωρίς. Σε κάποια φάση άρχισα να μισώ τους γονείς μου και να ερωτεύομαι τον Αντώνη, που ήταν ένας εκκεντρικός τύπος που μου μιλούσε για τον Τσε, για τον μαρξισμό, και τα ανθρώπινα δικαιώματα ενώ έστριβε τσιγαριλίκια να καπνίσουμε. Παράτησα την προπόνηση και το Λύκειο στην Γ’ τάξη κι άρχισα να επαναστατώ.
Ο μπαμπάς μου δούλευε πολύ κι η μαμά μου το ίδιο. Έτσι είχα το ελεύθερο να φέρνω και τους φίλους στο σπίτι για να καπνίσουμε και να ακούσουμε μουσική. Έκανα κοπάνες και αράζαμε όλοι μαζί στο σπίτι, και φεύγανε όταν ερχόταν η ώρα να σχολάσω. Μία μέρα, ένα κορίτσι μας έβγαλε να πιούμε πρέζα. Ήπια και ένιωσα ότι αυτό ήταν που μου έλειπε από τη ζωή μου. Ονειρευόμουν να ταξιδέψω μαζί τους και να πάμε Άμστερνταμ, Βερολίνο, Κούβα, να δούμε συναυλίες, να γνωρίσω κόσμο, να δω πώς είναι να ζω ελεύθερη. Όταν ανακοίνωσα στους γονείς μου ότι θα σταματήσω το Λύκειο τρελάθηκαν. Προσπάθησαν να με πείσουν να μην το κάνω και να ρωτάνε τι μου είχε συμβεί και είχα αλλάξει έτσι. Κι όταν κάποια στιγμή τηλεφώνησαν από το Λύκειο για να πουν ότι είχα καιρό να πατήσω, έγινε χοντρός καυγάς.
Ένα βράδυ, μάζεψα κάποια ρούχα σε ένα σακίδιο και έφυγα. Πήγα να μείνω στο σπίτι μιας φίλης του Αντώνη. Δεν ήθελε, γιατί έλεγε ότι είμαι ανήλικη κι ότι μπορεί να έχει πρόβλημα αν έμενα εκεί. Όμως ο Αντώνης την έπεισε. Δεν κράτησε για πολύ. Ένα βράδυ που καθόμασταν σε μία πλατεία, ήρθε ένας νεαρός με σκισμένα παντελόνια και γένια, κι αφού συστηθήκαμε και στην αρχή μιλήσαμε λίγο για διάφορα, μου έβγαλε μία ταυτότητα αστυνομικού της ασφάλειας και μου είπε να τον ακολουθήσω στο Τμήμα. Κάποια στιγμή ήρθαν οι γονείς μου κι έγινε πάλι ο χαμός.

Επέστρεψα σπίτι και κλείστηκα στο δωμάτιό μου. Η σχέση με τους γονείς μου είχε καταστραφεί. Σύντομα βρήκα ξανά την ευκαιρία να το σκάσω, και έφυγα στην Αθήνα. Εκεί πρόσεχα πάρα πολύ για να μην μου ξανασυμβεί το ίδιο και με ξαναγυρίσουν σπίτι. Όμως τηλεφώνησα στους γονείς μου, τους είπα ότι δεν πρόκειται να γυρίσω κι ότι αν με αγαπάνε να σταματήσουν να με ψάχνουν με την αστυνομία. «Κάνε ό,τι θέλεις απλά μην ζητήσεις ποτέ σου τίποτα από μένα» μου είπε ο μπαμπάς μου. Οι φίλοι που έκανα εκεί είχαν πάντα πρέζα να πιούμε, υπήρχαν κι άλλα ναρκωτικά, κάποια από τα οποία μου άρεσαν και κάποια όχι. Σύντομα όμως σταμάτησαν να κερνάνε κι έπρεπε να κάνω κάτι για να βρίσκω χρήματα. Τα πράγματα που έκανα για να βρίσκω χρήματα δεν ήταν καλά. Δεν ήθελα να τα κάνω, όμως έπρεπε γιατί αλλιώς δεν θα είχα να πιω ούτε να φάω. Αρρώστησα άσχημα και εξευτελίστηκα επίσης άσχημα. Δεν μπορούσα να νοικιάσω σπίτι κι αναγκαζόμουν να μένω μαζί με διάφορους τύπους που δεν ήταν ό,τι καλύτερο. Πολλές φορές μου έκλεβαν και χρήματα και ό,τι άλλο τύχαινε να έχω και στην πραγματικότητα κανένας δεν ενδιαφερόταν για μένα.
Για να μην πολυλογώ, όλο αυτό κράτησε μέχρι κάποιος να με καρφώσει στην Αστυνομία και να με μαζέψουν και πάλι από το σπίτι που έμενα. Γύρισα στο πατρικό μου, δεν έφυγα ξανά από εκεί αλλά συνέχισα να κάνω χρήση και να μην ακούω κανέναν και τίποτα. Οι γονείς μου με έστειλαν σε ένα πρόγραμμα από το οποίο έφυγα επίσης γιατί δεν μου άρεσε καθόλου, ήταν πολύ πιεστικό. Στο τέλος παραιτήθηκαν και αυτοί κι εγώ βρήκα την ησυχία μου για να πίνω και να γυρνάω με τους φίλους μου. «Αν θέλεις να ζεις έτσι, είναι δικαίωμά σου, όμως από μας μην περιμένεις τίποτα πια. Βρες χρήματα μόνη σου και πάρε την ευθύνη της ζωή σου, είσαι πια ενήλικη. Εμείς τέλος» μου είπε ο πατέρας μου και μου είπε να φύγω από το σπίτι.
Συνέχισα να ζω μία κακή ζωή, η πρέζα να μην με φτιάχνει πια, και έμενα μία με τον ένα και μία με τον άλλο τύπο που τύχαινε να έχει ναρκωτικά για να πιούμε και να φτιαχτούμε. Μέχρι που γνώρισα ένα παιδί που μου φερόταν πολύ άσχημα. Όταν ζήτησα βοήθεια από τους γονείς μου τους απείλησε και αυτούς. Ήθελα να ελευθερωθώ πια από αυτή την ιστορία, καταλάβαινα ότι δεν πάει άλλο, ότι είχα κάνει φριχτά λάθη που με ακολουθούσαν και δεν ήξερα πώς να βγω από τον Λαβύρινθο που είχα μπλέξει. Μία μέρα πήγα από το γραφείο του πατέρα μου και του είπα ότι δεν αντέχω άλλο θέλω να κάνω κάτι για να δώσω ένα τέλος σε αυτό που ζούσα. Ο πατέρας μου είπε ότι από τη μέρα που έφυγα από το Πρόγραμμα που ήμουν κατάλαβε ότι δεν ήθελα να γίνω καλά, κι ότι αφού δεν ήθελα δεν μπορούσε κανένας να με βοηθήσει. Κι ότι μαζί με την μαμά μου έκαναν την καρδιά τους πέτρα και σταμάτησαν να ενδιαφέρονται για μένα.
Είχε δίκιο. Δεν μου έδωσε ποτέ του χρήματα και μου είπε ότι αν ήθελα να έχω χρήματα για να πίνω, θα έπρεπε να δουλέψω ή να κάνω κάτι για να πάρω την ευθύνη της ζωής μου.
«Αυτή τη φορά θέλω να μπω σε ένα πρόγραμμα και θέλω να κάνω κάτι μπαμπά» του είπα. Μπήκαμε στον υπολογιστή του και βρήκαμε την Όασις. Πήγα και ήμουν πολύ αποφασισμένη να αφήσω πίσω μου τον δρόμο που είχα πάρει. Ο μπαμπάς μου με αγκάλιασε και μου είπε «Θα περάσει αγάπη μου. Αρκεί να το θέλεις. Θα περάσει».
Μπαμπά μου και μαμά μου, σας ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου που δεν γίνατε συνένοχοι στην καταστροφή μου. Σας ευχαριστώ που πάντα μου δείχνατε ότι υπάρχει ο σωστός δρόμος, κι ο λάθος δρόμος κι ότι είναι δική μου επιλογή το ποιον θα επιλέξω. Σας ευχαριστώ που ποτέ σας δεν παραβιάσατε τα όριά σας για την δική μου βλακεία. Ευχαριστώ τα μέλη και τους συμβούλους της Όασις που πάλεψαν μαζί μου. και με βοήθησαν να μάθω ποια είμαι και να αποδεχτώ την ζωή με τους όρους της.

Σήμερα είμαι 9 χρόνια καθαρή, έχω ολοκληρώσει τις σπουδές μου στην Κοινωνιολογία και όχι στον αθλητισμό όπως αρχικά ήθελα, και εργάζομαι σε φορέα που ασχολείται με την παροχή βοήθειας σε ευάλωτες ομάδες πληθυσμού.

Κατερίνα