Άρθρα

- ΟΑΣΙΣ ΚΕΝΤΡΟ ΑΠΕΞΑΡΤΗΣΗΣ

ΤΟ ΤΙΜΗΜΑ ΤΗΣ ΑΡΝΗΣΗΣ ΝΑ ΚΑΤΑΛΑΒΕΙΣ

Ο Παντελής ήταν το μεσαίο από τα αδέλφια μου κι ακολουθούσα εγώ, η μικρότερη. Ήταν το μόνο αγόρι ανάμεσα σε δύο κορίτσια και όλες τον καλομαθαίναμε. Ήταν ένας άνθρωπος που από παιδί έδειχνε ιδιαίτερη ευαισθησία και πάντα προστάτευε τους πιο αδύναμους, τα παιδιά που τύχαινε να δέχονται bullying και τα ζώα. Μάζευε μικρά γατάκια και κουταβάκια και τα έφερνε στο σπίτι για να τα φροντίσουμε.

Η μαμά δυστυχώς μας άφησε νωρίς γιατί η καρδιά της ήταν αδύναμη κι εγώ που είμαι η μικρότερη καλά-καλά δεν την θυμόμουν, μόνο κοιτούσα τις φωτογραφίες της στα άλμπουμ. Τα μεγαλύτερα αδέλφια μου την είχαν γνωρίσει και πόνεσαν πολύ με τον χαμό της. Δεν ήταν εύκολο για κανέναν. Μας μεγάλωσαν η γιαγιά με τον παππού επειδή ο μπαμπάς δούλευε πολύ για να μην μας λείψει τίποτα. Κάποια στιγμή ξαναπαντρεύτηκε και στην ζωή μας μπήκαν η Κάτια που μας αγάπησε σαν δικά της παιδιά, με τον γιο της τον Αλέξανδρο, που ήταν συνομήλικος με μένα. Ο μπαμπάς που είχε μία μεγάλη έκταση λίγο πιο έξω από την πόλη έχτισε ένα όμορφο σπίτι για να μας χωράει όλους και ήμασταν ευτυχισμένοι.

Στην εφηβεία άρχισαν να εκδηλώνονται τα πρώτα προβλήματα με τον Παντελή. Είχε αρχίσει να απομονώνεται πολύ και δεν του άρεσαν καθόλου τα μαθήματα. Δεν του άρεσε καθόλου ο εαυτός του κι ένιωθε ότι υστερούσε από τα άλλα παιδιά. Τον ενοχλούσε πολύ που φορούσε χοντρά μυωπικά γυαλιά και οι συμμαθητές του έκαναν αστεία γι’ αυτά τα γυαλιά. Δεν τα πήγαινε καθόλου καλά με τα μαθήματα εκτός από τα μαθηματικά και την φυσική στα οποία οι καθηγητές του έλεγαν ότι μία μέρα θα μπορούσε να γίνει ένας πολύ καλός επιστήμονας.

Ο άλλος μας αδελφός, ο Αλέξανδρος ήταν υπερκινητικός, πολύ εξωστρεφής κι έφερνε τους φίλους του στο σπίτι. Άκουγαν ηλεκτρονική μουσική, κι έκαναν συνήθως πολλή φασαρία αλλά οι γονείς μας χαίρονταν που διασκεδάζαμε όλοι μαζί. Τα πράγματα βέβαια δεν ήταν καθόλου καλά γιατί αυτά τα παιδιά άνοιγαν τα ποτά του σπιτιού κι έπιναν, και λίγο μετά κατάλαβα ότι έπαιρναν και ναρκωτικά. Μία μέρα που κρυφάκουσα, κατάλαβα ότι και ο Αλέξανδρος είχε δοκιμάσει. Η Κάτια έγινε έξαλλη όταν της το είπα, αλλά ο Αλέξανδρος δεν έδινε σημασία κι εξακολουθούσε να κάνει παρέα μαζί τους και να πηγαίνει σε πάρτυ. Στην παρέα τους είχαν και μία κοπέλα η οποία είχε αρχίσει να μιλάει με τον Παντελή. Την πρώτη φορά που έγινε είχαμε χαρεί γιατί φαινόταν ότι του έκανε καλό. Μάλιστα, είδαμε ότι είχε αρχίσει να φροντίζει τον εαυτό του και ζήτησε από τον μπαμπά να κάνει εγχείριση για την μυωπία του γιατί τον ενοχλούσαν οι φακοί επαφής και δεν ήθελε τα γυαλιά. Τα χρόνια κύλισαν, αφήσαμε πίσω μας την εφηβεία αλλά η στάση τους δεν άλλαξε.

Μία μέρα έγινε ένας γερός καυγάς ανάμεσα στον μπαμπά και την Κάτια τη στιγμή που μόλις είχα γυρίσει στο σπίτι και κατάλαβα ότι ο Αλέξανδρος με τον Παντελή κάπνιζαν μαύρο στο σπίτι. Τους είχε πιάσει η Κάτια στο δωμάτιο του Αλέξανδρου.

Το ζήτημα είχε περάσει στα ψιλά γιατί ο μπαμπάς είπε ότι ήταν νέοι, ότι ήθελαν να πειραματιστούν με όλα, κι ότι όλα τα παιδιά το κάνουν αλλά ύστερα από λίγο το ξεπερνούν. Μίλησε μαζί τους και μετά από λίγο το θέμα ξεχάστηκε.

Ο Αλέξανδρος έκανε πολύ παρέα με τον Παντελή. Ο Παντελής είχε βγει από την παλιά του εσωστρέφεια και έμοιαζε άλλος άνθρωπος. Γυρνούσαν πολύ έξω με φίλους και κάποιες φορές δεν γυρνούσαν για να κοιμηθούν εδώ και ο μπαμπάς με την Κάτια τους έβαζαν τις φωνές. Όμως είχαν ό,τι ζητούσαν πάντα και δεν τους χαλούσαν χατίρι. Κατάφεραν και οι δύο να ολοκληρώσουν το σχολείο, αλλά δεν ενδιαφέρονταν να συνεχίσουν σπουδές ή να κάνουν κάτι άλλο. Ο Αλέξανδρος νοίκιασε δικό του σπίτι και έπαιζε μουσική σε κάτι μαγαζιά σαν dj και ο Παντελής έγινε με την βοήθεια του μπαμπά συνέταιρος σε ένα καφέ αλλά παράμεινε στο σπίτι.

Ο μπαμπάς έλειπε συχνά σε ταξίδια και μένα δεν μου άρεσε που έδειχνε να μην ενδιαφέρεται που ο συνεταίρος του Παντελή δεν έδειχνε καθόλου αξιόπιστος ή που ο Αλέξανδρος είχε πέσει με τα μούτρα στα τσιγαριλίκια και τα έκσταση. Μπορεί να διατηρούσαν επαφή με την οικογένεια αλλά έκαναν πάντα του κεφαλιού τους. Μετά από καιρό, γυρνώντας από το κολυμβητήριο, είδα τον αδελφό μου τρομαγμένο έξω από το δωμάτιό του και μου είπε να μην μπω στο δωμάτιό του γιατί μέσα υπάρχει ένα δαιμονικό πλάσμα. Δεν ήταν καθόλου καλά και φαινόταν εκτός εαυτού. Το είπα στον μπαμπά όταν γύρισε από το ταξίδι του, αλλά ο Παντελής τον έπεισε ότι το πρόβλημα το είχα εγώ κι ότι ήμουν εντελώς τρελή.

Είχαμε ακούσει για την Όασις και την επισκεφτήκαμε οι γονείς μου κι εγώ για να πάρουμε συμβουλές για το θέμα. «Μην περιμένετε πολύ, κάντε κάτι για να τους φέρετε πριν να είναι αργά» μας είπαν. Το θέλαμε, αλλά δεν μπορούσαμε να τους πείσουμε όσο κι αν προσπαθήσαμε να τους πιέσουμε.

Το καφέ που είχε μπει συνέταιρος ο αδελφός μου δεν τα πήγε καθόλου καλά επειδή και οι δυο τους δεν είχαν το μυαλό τους στην δουλειά και το έκλεισαν αφήνοντας πίσω τους χρέη τα οποία κλήθηκε να αναλάβει ο μπαμπάς μου. Μέρα με την μέρα, ο Παντελής γινόταν πιο χάλια μέχρι που άρχισε να τρυπιέται και να ξεχνάει τις σύριγγες στο δωμάτιό του. Όταν τις έδειξα στον μπαμπά επειδή είχα το νου μου κι έψαχνα, είπε ότι δεν πάει άλλο και πρέπει να πάνε σε πρόγραμμα. Ο Αλέξανδρος είπε ότι δεν τον ενδιαφέρει γιατί δεν πίνει πρέζα, αλλά ο Παντελής που είχε φορτώσει τα χρέη του στον μπαμπά, δέχτηκε γιατί δεν είχε πολλά περιθώρια να αρνηθεί και εντάχθηκε στο πρόγραμμα της Όασις. Οι γονείς μου παρακολουθούσαν τις ομάδες και κατάλαβαν σύντομα ποια ήταν τα λάθη που έκαναν τόσο καιρό.

Ο Παντελής παρ’ ότι δέχτηκε να παρακολουθήσει το πρόγραμμα, δεν ήταν καθόλου δεκτικός και οι σύμβουλοι δεν ήταν ευχαριστημένοι από την πορεία του. Μία μέρα τηλεφώνησαν στο σπίτι και είπαν ότι ο Παντελής κάνει φασαρία και θέλει να φύγει, κι ότι αν ο ίδιος δεν θέλει να δουλέψει με τον εαυτό του, δεν μπορούν να τον υποχρεώσουν να παραμείνει. Ο μπαμπάς θύμωσε πολύ, αλλά δεν μπορούσε να κάνει κάτι περισσότερο από το να του πει ότι δεν θα τον δεχτεί να μείνει στο σπίτι. Εκείνος όμως ήρθε, χτυπούσε επίμονα το κουδούνι για να τον βάλουμε μέσα και τελικά ο μπαμπάς υποχώρησε. Τα πράγματα δεν βελτιώθηκαν καθόλου. Συναντιόταν με ανθρώπους που έκαναν χρήση, και έπεσε με τα μούτρα σε διάφορα ναρκωτικά.

Μία μέρα μετά από λίγο καιρό, γυρνώντας στο σπίτι βρήκα τους γονείς μου να ετοιμάζονται πανικόβλητοι να μπουν στο αυτοκίνητο για να φύγουν. Η Κάτια έκλαιγε και ο μπαμπάς ήταν σε πανικό. Ρώτησα τι έγινε και μου είπαν ότι ο αδελφός μου είχε πέσει σε κώμα από υπερβολική δόση και βρισκόταν στο Νοσοκομείο.

Δεν τον προλάβαμε. Ο Παντελής άφησε την τελευταία του πνοή στον θάλαμο της εντατικής τη στιγμή που ήμασταν καθ’ οδόν.

Οι γονείς μου δεν το ξεπέρασαν ποτέ, κι εγώ εξακολουθώ να μοιράζομαι την ιστορία του Παντελή, μήπως και κάποιοι καταλάβουν ότι η ζωή ενός ναρκομανή κρέμεται από μία κλωστή, κι ότι η δική μας η στάση είναι καθοριστική αν θέλουμε να τον βοηθήσουμε.

Αν είχαμε ακούσει τον Δαμιανό, αν ο Παντελής είχε ακούσει τους συμβούλους του, αν….αν… αν…..

Δεν υπάρχουν «αν» όταν η ζωή ενός ανθρώπου βρίσκεται σε κίνδυνο καθημερινά. Κάθε πράξη έχει ένα τίμημα και κάθε λανθασμένη απόφαση μπορεί να στοιχίσει μία ζωή.

Ελπίζω το δικό μας πάθημα να γίνει μάθημα για όσους βρίσκονται ακόμα στη ζωή και παλεύουν με την εξάρτησή τους, και για εκείνους που ενδιαφέρονται γι’ αυτούς.

 

Ντόρα